ΠΕΡΣΕΣ

του Αισχύλου

Τραγωδία, 2013

Συντελεστές 

Μετάφραση: Κώστας Τοπούζης

Σκηνοθεσία – Χορογραφία – Διδασκαλία Λόγου – Φωτισμοί: Δήμος Αβδελιώδης

Μουσική: Βαγγέλης Γιαννάκης

Κοστούμια – Μάσκες: Μαρία Γεράρδη-Πασσαλή

Παραγωγή: Εταιρεία Πολιτισμού ANAGNORISIS

Διανομή (2013, Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης)
ΑΤΟΣΣΑ: Ρένα Κυπριώτη
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ: Γιώργος Φλωράτος
ΔΑΡΕΙΟΣ: Ανδρέας Καρακότας
ΞΕΡΞΗΣ: Βασίλης Σπυρόπουλος
ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Γιώργος Νικόπουλος
ΧΟΡΟΣ ΠΕΡΣΩΝ:
Κέλλη Αλεξοπούλου
Παρασκευή Δαμάσκου
Σοφία Δελλαπόρτα
Τζούλια Διαμαντοπούλου
Δήμητρα Κωτίδου
Δανάη Ρούσσου
Ευαγγελία Νικηφόρου
Κατερίνα Παπαγεωργίου

Παίζουν και ενορχηστρώνουν οι μουσικοί:
Αλέξανδρος Αβδελιώδης (Πιάνο)
Γιάννης Αβδελιώδης (Κρουστά – Μαντολίνο – Μεταλόφωνο)
Γιάννης Βιλιώτης (Μαντολίνο – Τσέλο – Ακορντεόν)
Μυρτώ Γουζίου (Βιολοντσέλο)
Γιάννης Πλαγιαννάκος (Κοντραμπάσο – Δοξάρι)
Παναγιώτης Ράπτης (Σαξόφωνο σοπράνο – Φλάουτο)

Σύνοψη:

Οι “Πέρσες” του Αισχύλου,

το σπουδαιότερο αντιπολεμικό έργο του Ποιητή, θεωρείται η παλαιότερη σωζόμενη τραγωδία.

Όλος ο στρατός με τα νιάτα της Ασίας έχουν φύγει με τον Ξέρξη για να υποδουλώσουν την Ελλάδα. Ο αδικαιολόγητα, πολύς χρόνος που έχει περάσει χωρίς καμιά είδηση, κάνει τους Γέροντες που έχουν παραμείνει, να ξεσπάσουν, μιλώντας τον έσχατο φόβο τους μπροστά στο παλάτι. Η ίδια ασύνειδη βεβαιότητα φέρνει την ’τοσσα, μητέρα του Ξέρξη, ενώπιον τους για να τους εκμυστηρευθεί το κακό όνειρο που είδε τη νύχτα. Ο Αγγελιοφόρος καταφθάνει σαν την αλήθεια, πικρός και λυτρωτικός, μετατρέποντας την αγωνία σε θρήνο. Η Βασίλισσα προσφέρει χοές στον τάφο του ’ντρα της, για να αντλήσει δύναμη από το χώρο των ψυχών που έχουν χαθεί. Το είδωλο του Δαρείου αναδύεται παρηγορητικά, εξηγώντας τις λογικές της ήττας του περσικού στρατού. Ο Ξέρξης επιστρέφει ταπεινωμένος και συντετριμμένος. Ο θρήνος του ξεσπάει μαζί με το Χορό σαν κραυγή για το αμετάκλητο του χρόνου.

Ο σκηνοθέτης σημειώνει:

“Η ιδιαίτερη σημασία εδώ, που ξεπερνά κατά πολύ την αισθητική και τη δραματουργία, είναι η στάση που παίρνει ο Αισχύλος μπροστά στη Νίκη των Ελλήνων. Κοιτάζει τη Νίκη αυτή όχι μέσα από το βλέμμα των νικητών αλλά των ηττημένων. Δεν είναι, όπως λέγεται, δραματουργικό τέχνασμα, για να λαμπρύνει ακόμα περισσότερο τους νικητές, ούτε πάλι μόνο για να συμπονέσει απλά τους ηττημένους. (Δεν ενδιαφέρει τόσο πολύ τους μεγάλους ποιητές να παρουσιάσουν ένα καλό έργο, όσο ένα χρήσιμο έργο)

Είναι χαρακτηριστικό της υπέρβασης –εδώ μέσω του Αισχύλου- του αρχαίου διαλεκτικού ελληνικού πνεύματος, που αναζητά πρωτίστως την αλήθεια. Όχι από φιλοσοφική ή ηθικολογική εμμονή, αλλά πρακτικά, για να μπορεί να κατανοεί βαθειά το βάρος των πεπραγμένων, ώστε γνωρίζοντας τις επιπτώσεις των επιλογών του, να προλαβαίνει τις κάθε συμφορές και τον πόνο,  που επιφέρει η άγνοια και η αλαζονεία.”

Δήμος Αβδελιώδης